- περιέχοντα
- περϊέχοντα , περιέχωencompasspres part act neut nom/voc/acc plπερϊέχοντα , περιέχωencompasspres part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περιέχονθ' — περϊέχοντα , περιέχω encompass pres part act neut nom/voc/acc pl περϊέχοντα , περιέχω encompass pres part act masc acc sg περϊέχοντι , περιέχω encompass pres part act masc/neut dat sg περϊέχοντι , περιέχω encompass pres ind act 3rd pl (doric)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιέχοντ' — περϊέχοντα , περιέχω encompass pres part act neut nom/voc/acc pl περϊέχοντα , περιέχω encompass pres part act masc acc sg περϊέχοντι , περιέχω encompass pres part act masc/neut dat sg περϊέχοντι , περιέχω encompass pres ind act 3rd pl (doric)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Газис, Антимос — Антимос Газис. Антимос Газис (греч. Άνθιμος Γαζής Милиес, Пелион 1758 г. … Википедия
Clítor — Κλείτωρ Clítor Ciudad de la Antigua Grecia Datos generales Habitantes griegos Idioma g … Wikipedia Español
καλιά — η (Α καλιά και ιων. τ. καλιή, ἡ) νεοελλ. καταφύγιο ή κατοικία ζεύγους νεονύμφων ή ερωτευμένων, φωλιά («ερωτική καλιά) αρχ. 1. ξύλινη κατοικία ή παράπηγμα πλεγμένο με κλαδιά, καλύβα 2. αποθήκη σιτηρών, σιτοβολώνας 3. ξύλινος σηκός ή σπήλαιο που… … Dictionary of Greek
περιέχω — ΝΜΑ και αιολ. τ. περρέχω Α περιλαμβάνω, περικλείω (α. «το νερό περιέχει πολλά άλατα» β. «το βιβλίο περιέχει αρκετές ανακρίβειες» γ. «το οικόπεδο περιέχεται μεταξύ τών οδών...» δ. «τόπον κύκλῳ πέτραις περιεχόμενον», επιγρ.) νεοελλ. 1. (το ουδ. μτχ … Dictionary of Greek